Skip to content
Menu

Εθελοντισμός και …προβληματισμός.

Του Δημήτρη Στεργιούλη

ΑΪ-Λιάς Νεράιδας  Στη “Μπλίτσα”

Έπειτα από πρωτοβουλία των “Ορεινών”, δυο μικρές  εθελοντικές ομάδες συγχωριανών, προχώρησαν φέτος τον Αύγουστο στη διάνοιξη και τον καθαρισμό δύο ιστορικών και ταυτόχρονα απαραίτητων μονοπατιών στα “Πλάγια”.

Το πρώτο ήταν το  μονοπάτι  Αύκος- Αϊ-Λιας- Νεράιδα. Μονοπάτι που για αιώνες ένωνε τα Θεοδώριανα με την Νεράιδα, την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Καθαρίστηκε, όπως ακριβώς είχε γίνει πριν λίγα χρόνια και ταυτόχρονα σηματοδοτήθηκε και χαρτογραφήθηκε ηλεκτρονικά. Πλέον μπορεί κάποιος να το περπατήσει  άνετα και να φτάσει στη γειτονική μας Νεράιδα, αφού πρώτα κάνει απαραίτητα μια στάση στην κορφή του Αϊ Λια του Νεραιδιώτικου με την εκπληκτική θέα.

Από κει η κατάβαση για τη Νεράιδα είναι εύκολη αφού το κομμάτι αυτό του μονοπατιού είναι από χρόνια καλοσυντηρημένο. Ψυχή της ομάδας μας, όπως και σε κάθε τέτοια εξόρμηση, η 76χρονη(!) Φωτεινή Τζουβάρα. Το τσεκούρι και το κασάρι αναστέναξαν στα χέρια της. Η επιχείρηση είχε το ίδιο τέλος. Καταλήξαμε  στη φιλόξενη πλατεία της Νεράιδας, για τις “απαραίτητες” παγωμένες μπίρες και τσίπουρα.

 Η δεύτερη επιχείρηση, αρκετά πιο δύσκολη, αφορούσε το παλιό μονοπάτι που ξεκινούσε από την πέτρινη γέφυρα του “Γκούρα” πάνω από τον παλιό μύλο και με “κοδέλες” ανέβαινε στα Πλάγια, στην “Μπλίτσα”. Από κει διακλαδίζονταν σε τρία άλλα μονοπάτια. Ένα για τις “Λάκκες”, ένα για την “Αγία Παρασκευή” και το τρίτο για το “Νεραϊδιάρη”. Το μόνο από τα τρία που “πατιέται” μέχρι σήμερα είναι αυτό από την Αγία Παρασκευή, μιας και χρησιμοποιείται ακόμα από τους τσοπάνηδες της περιοχής.

Η επιχείρηση ξεκίνησε από μια ανάγκη και μια έκκληση του κτηνοτρόφου Νίκου Τζιούνη, ο οποίος πέρσι το Φθινόπωρο έμεινε αποκλεισμένος με το κοπάδι του για αρκετές μέρες απέναντι στα Πλάγια. Κι αυτό γιατί μετά από έντονες βροχοπτώσεις το ξύλινο γεφύρι στην Αγία Παρασκευή παρασύρθηκε, το ποτάμι κατέβασε και ήταν αδύνατη η διέλευσή του για το χωριό. Το μοναδικό πέρασμα ήταν το πέτρινο γεφύρι στο μύλο, αλλά η πρόσβαση σε αυτό, τόσο για το κοπάδι όσο και για τον ίδιο, ήταν αδύνατη. Το μονοπάτι που κατέβαινε σε αυτό είχε γίνει δάσος, αφού μετά την αναδάσωση πριν είκοσι περίπου χρόνια είχε πλέον χαθεί.

Η μεγάλη δυσκολία που αντιμετωπίσαμε ήταν  να βρούμε, έστω και στο περίπου, την παλιά χάραξη του μονοπατιού. Ανεβαίνοντας αυτό ήταν αδύνατο μιας και πέσαμε σε αδιαπέραστη βλάστηση. Αναγκαστήκαμε έρποντας στην κυριολεξία να φτάσουμε στο ξέφωτο στη “Μπλίτσα”. Από κει ήταν πιο εύκολα τα πράγματα. Πήραμε το μονοπάτι από την αρχή του και μετά από πολύωρη “μάχη” με τα γράβια και τα βάτα κατεβαίνοντας, φτάσαμε σηματοδοτώντας και καθαρίζοντας μέχρι το πέτρινο γεφύρι. Το πρώτο βήμα έγινε. Ο Νίκος και ο Μήτσος Τζιούνης ησύχασαν. Τουλάχιστον για φέτος αυτοί και το κοπάδι τους δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα.

Όσο για τα επόμενα χρόνια βλέπουμε. Ίσως βρεθεί πάλι καμιά ομάδα “παλαβών” να ξεβολευτεί από την πλατεία και να πάρει τα βουνά. Να σηματοδοτήσει, να καθαρίσει, να ανοίξει, να χαρτογραφήσει μονοπάτια. Να βάλει πλάτη για τη συντήρηση του μονοπατιού στη “Σούδα”, στη δέση για το μύλο, για το αυλάκι στο “Καπαρέλι”, να μοιράσει τους καλοκαιρινούς μήνες το νερό και στους δύο  καταρράκτες, να προγραμματίσει και να βοηθήσει εθελοντικά  νέες πρωτοβουλίες και  εκδηλώσεις στο χωριό.

Οι περισσότεροι και φέτος διάλεξαν να ασχοληθούν με το πρωτάθλημα τάβλι και δηλωτής, μάλιστα δόθηκαν και κύπελλα στους νικητές. Ταπεινή μου γνώμη, είναι ότι το τάβλι, η δηλωτή, τα χαρτιά στα καφενεία είναι μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα ενασχόληση για πολλούς. Ας γίνει και ένας διαγωνισμός να βγει ο καλύτερος. Δεν μπορεί όμως ένα πρωτάθλημα δηλωτής να αποτελεί  βασικό πολιτιστικό γεγονός του Δεκαπενταύγουστου στο χωριό. Ας κάνουμε τότε και ένα πρωτάθλημα πόκας, Θανάση κ.λ.π.

Και όλα αυτά έχουν τον αντίκτυπό τους και τους μιμητές τους. Με ανησύχησε και με λύπησε ιδιαίτερα, το γεγονός ότι τα νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, είχαν τις μέρες του δεκαπενταύγουστου το δικό τους “άτυπο” πρωτάθλημα δηλωτής. Κάθε μεσημέρι στέναζαν κυριολεκτικά τα  τραπέζια των καφενείων από τις ξερές και τις δηλωτές.

Το χωριό έχει ανάγκη τους νέους. Χρειάζεται την “τρέλα” τους, τις διαφορετικές πρωτοβουλίες τους, τις εναλλακτικές προτάσεις τους, τη φρεσκάδα τους. Να “ακουστούν” στο χωριό. Όχι μόνο όμως χτυπώντας το χέρι τους στα τραπέζια για τις “ξερές”.